- κορβέτα
- Πολεμικό ιστιοφόρο με τρία κατάρτια και τετράγωνα ιστία. Ευκίνητη, γρήγορη και μικρότερη από τη φρεγάτα, η κ. χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα μεμονωμένα για εξερευνήσεις ή για ταξίδια και, ως τμήμα ναυτικής μοίρας, για την αναμετάδοση σημάτων. Είχε εκτόπισμα μικρότερο των 1.000 τόνων, μήκος 35-50 μ. και πλάτος 8-10 μ. και διέθετε 20-30 πυροβόλα και πλήρωμα 200-300 αντρών. Ο όρος κ. περιέπεσε σε αχρηστία με την εξαφάνιση των ιστιοφόρων πολεμικών. Ωστόσο, χρησιμοποιήθηκε πάλι κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, χαρακτηρίζοντας έναν τύπο ελαφριάς μονάδας (700-1.000 τόνοι), την οποία χρησιμοποιούσαν για συνοδεία νηοπομπών και καταδίωξη υποβρυχίων.
Σήμερα, με την ονομασία κ. χαρακτηρίζονται πλοία με σχετικά μεγάλη αυτονομία και μέση ταχύτητα 18-25 κόμβων, τα οποία είναι εφοδιασμένα με μηχανισμούς και όπλα κατάλληλα για την ανίχνευση και την καταδίωξη των υποβρυχίων (ηχογωνιόμετρο, ραντάρ, βομβοβόλα κλπ.), καθώς και με αντιαεροπορικό εξοπλισμό, ο οποίος αποτελείται από ένα πυροβόλο μικρού διαμετρήματος και 3-5 βαριά μυδραλιοβόλα (40 χιλιοστά). Ορισμένες φορές είναι εξοπλισμένα και με δύο τορπιλοβλητικούς σωλήνες.
Στην περίοδο των ιστιοφόρων, κορβέτα ήταν ένα πολεμικό πλοίο κατάλληλο για ανιχνεύσεις και αναμετάδοση σημάτων, όπως το εικονιζόμενο της χαλκογραφίας.
Στη σημερινή εποχή κορβέτες είναι ελαφρές ναυτικές μονάδες κατάλληλες για την καταδίωξη των υποβρυχίων και τη συνοδεία των νηοπομπών.
* * *η1. ιστιοφόρο πολεμικό πλοίο, ενδιάμεσης κατηγορίας μεταξύ φρεγάτας και μπρικιού, που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα για ανίχνευση ή και για δευτερεύουσες αποστολές2. σύγχρονο μικρό και ελαφρά εξοπλισμένο πολεμικό πλοίο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. corvetta].
Dictionary of Greek. 2013.